Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011




Που ήσουν όταν ο πόνος κατέλαβε το σώμα μου... ?
Που ήσουν όταν το μυαλό μου θόλωσε από την θλίψη... ?
Που ήσουν όταν αναζητούσα πνοές για ν'ανασάνω... ?


Ήσουν πάντα εκεί μπροστά...
Μα φορούσες μαύρο πέπλο...
Και πενθούσες σιωπηλά...
Με δάκρυα που έπλεκαν μια νύχτα...


Πως να γυρίσω να σε βρώ
μέσα από τις Σκιές της Άγριας Αβύσσου...?
Τα χερια μου σε έψαχναν μέσα στο κενό
και την απελπισία που γέμιζαν οι μορφές
των πιο σκοτεινών ονείρων.


Μόνο κάποιες σταγόνες άκουγα
να πέφτουν σε μια λιμνούλα.
Και ήταν τόσο μακρινός ο ήχος
που κουράγιο να σταθώ
και όρθιος να περπατήσω να τον πλησιάσω
δεν είχα...


Έψαχνα με τα χέρια μου τεντωμένα 
την χαμένη Ελπίδα.
Εκείνη που ακόμη κι εσύ Ελπίδα μου
σταμάτησες να πιστεύεις...
Το σώμα μου χωμένο μέσα στα νερά της νύχτας
και τα δάκρυα που έπεφταν από εξόριστους κρυστάλλους...


Μα τα ακροδάχτυλα μου ένιωσαν
κάτι απ'την αφή σου...
Και ένιωσα μια δροσιά και μια χαλάρωση
στον πόνο.
Έσφυξα τα δόντια μου κι έσκιζα τα χείλια μου
από την προσπάθεια μου να γραπώσω ολόκληρο το χέρι σου
και όχι μόνο την αφή σου...


Κι όταν με ένιωσες...
Το δάκρυ έπαψε
Τα μάτια σπίθες βγάλαν
Το μαύρο πέπλο πέταξες
Το πένθος τραγούδι έκανες


"Εδώ είμαι, μπροστά σου..."
Kι έβαλες το χέρι σου στο χέρι μου...
Και λίγα από τα λόγια που κατάφερα να πω,
πριν από την εξάντληση στην αγκαλιά σου καταρρεύσω...


"Ελπίδα μου... ούτε εσύ δεν πίστεψες ως το Τέλος... Μα πίστεψα εγώ σε σένα..."


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου